Χαιρετισμός του Περιφερειάρχη Αττικής Γ. Πατούλη στο 6ο Συμπόσιο Ενεργειακής Μετάβασης «Looking Ahead with Optimism, Beyond the Covid Era» που διοργάνωσε η Ελληνική Εταιρία Ενεργειακής Οικονομίας
Γ. Πατούλης: «Κλειδί για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής η εφαρμογή της πολυεπίπεδης διακυβέρνησης, με έμφαση στην Περιφερειακή διαχείριση»
Τον κομβικό ρόλο που δύναται να διαδραματίσει η περιφερειακή διακυβέρνηση στην προσπάθεια αντιμετώπισης και διαχείρισης των προκλήσεων της κλιματικής αλλαγής, ανέπτυξε ο Περιφερειάρχης Αττικής Γ. Πατούλης, χαιρετίζοντας το 6ο Συμπόσιο Ενεργειακής Μετάβασης που διοργάνωσε η Ελληνική Εταιρία Ενεργειακής Οικονομίας.
Τον κ. Πατούλη υποδέχθηκε στο Συμπόσιο ο Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Ενεργειακής Οικονομίας Σπ. Παπαευθυμίου, ενώ το Συμπόσιο χαιρέτισε και ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Σ. Λιβανός. Τη συζήτηση συντόνισε ο σύμβουλος του Πρωθυπουργού σε θέματα ενέργειας, κλίματος, περιβάλλοντος και κυκλικής οικονομίας Γιώργος Κρεμλής.
Στην ομιλία του ο κ. Πατούλης και αφού επισήμανε πως διανύουμε μία περίοδο πολλαπλών κρίσεων, αναφέρθηκε στην στρατηγική που απαιτείται να ακολουθηθεί σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, την οποία συνόψισε σε 3 άξονες:
Σ΄ αυτό το σημείο και επικαλούμενος τις μέχρι τώρα δράσεις της Περιφέρειας Αττικής αλλά και τις πρωτοβουλίες που προγραμματίζονται υπογράμμισε πως:
Σε ότι αφορά τον τομέα της ενέργειας ο Περιφερειάρχης τόνισε πως θα χρειαστεί́ να εγκατασταθεί́ πρόσθετη παραγωγική́ ικανότητα πέραν εκείνης που απαιτείται για την κάλυψη της υποκείμενης οικονομικής ανάπτυξης, ενώ αναφορικά με τη δημόσια υγεία σημείωσε πως η ενίσχυση της προσαρμοστικής ικανότητας θα πρέπει μεταξύ́ άλλων να περιλαμβάνει:
Στη συνέχεια ο κ. Πατούλης και αφού ανέφερε πως η εμπειρία έχει δείξει πως μεμονωμένες και αποσπασματικές προσπάθειες και βελτιώσεις δεν αρκούν εφόσον δεν διαπνέονται από ένα καθολικό σχέδιο, τόνισε χαρακτηριστικά:
«Οι προκλήσεις της κλιματικής κρίσης είναι πολύ μεγάλες για τους δήμους και η αντιμετώπισή τους σε αμιγώς τοπικό επίπεδο αδύνατη. Πολύ απλά, οι δήμοι, όσο καλοί και φιλότιμοι να είναι, δεν μπορούν να διαχειριστούν αυτόνομα φαινόμενα με περιφερειακές, εθνικές και συχνά παγκόσμιες διαστάσεις. Μπορούν όμως να ενταχθούν και να συνεργαστούν σε περιφερειακά σχέδια που εγγυώνται τόσο τις ευρύτερες συνέργειες όσο και τους απαιτούμενους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους. Από την άλλη μεριά, η προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή και οι δράσεις άμεσης αντιμετώπισης της είναι πολύ μικρές για το κεντρικό κράτος. Απαιτούν πολύ περισσότερες λεπτομέρειες, γνώσεις του χώρου και της τοπικής κουλτούρας από όσο ακόμα και οι καλύτερες εθνικές πολιτικές μπορούν να διασφαλίσουν. Με άλλα λόγια, η κεντρική κυβέρνηση όσο φιλότιμη και καλή να είναι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά και σε συγκεκριμένη βάση τις προκλήσεις σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο.
Αναδεικνύεται λοιπόν ο αναντικατάστατος ρόλος της Περιφερειακής Διοίκησης ως του καθοριστικού κρίκου μεταξύ εθνικών πολιτικών και τοπικής εφαρμογής. Και αυτό σημαίνει ότι απαιτείται άμεσα συγκεκριμένος και αποτελεσματικός καταμερισμός ρόλων και ευθυνών στα διαφορετικά επίπεδα διαχείρισης των κρίσεων και πιο συγκεκριμένα μεταξύ Κυβέρνησης, Περιφερειακής και Τοπικής Αυτοδιοίκησης».
Στα πλαίσια αυτά, υπενθύμισε την πάγια θέση της Ένωσης Περιφερειών για κατάργηση των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και μεταφορά των αρμοδιοτήτων τους στις αιρετές Περιφέρειες και πρόσθεσε ολοκληρώνοντας: «Η κατάργηση των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων αποτελεί ένα πρώτο αναγκαίο βήμα για την ανασυγκρότηση της διοικητικής δομής του Κράτους, για την αρχιτεκτονική του διοικητικού συστήματος σε νέα βάση, λαμβάνοντας υπόψη και το ευρωπαϊκό κεκτημένο. H αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και η προσαρμογή σε αυτήν προϋποθέτει ένα νέο μοντέλο πολυεπίπεδης διακυβέρνησης βασισμένο στην Περιφερειακή Διαχείριση, με έμφαση στην πρόληψη και στην αποκέντρωση αρμοδιοτήτων με στόχο τη διασφάλιση της έγκαιρης και άμεσης αντιμετώπισης και διαχείρισης των κρίσεων”.